Στο πρώτο πείραμα οι 52 εθελοντές κλήθηκαν υποβλήθηκαν σε ένα τεστ που είχε στόχο να προκαλέσει πλήξη (απαιτούσε να κάνουν επί αρκετή ώρα αλλεπάλληλα copy σε μία ομάδα γραμμάτων) και στη συνέχεια να ζητήσουν να φάνε ό,τι ήθελαν.
Στο δεύτερο πείραμα συμμετείχαν 45 εθελοντές οι οποίοι είδαν είτε ένα βαρετό είτε ένα αστείο βίντεο, οι οποίοι είχαν στη διάθεσή τους πολλά υγιεινά και ανθυγιεινά σνακ. Το βάρος των εδεσμάτων ζυγίστηκε πριν και μετά το βίντεο για να καταγραφεί πόσο και τι ακριβώς είχαν φάει.
Οι ερευνητές στο ετήσιο συνέδριο της Βρετανικής Ψυχολογικής Εταιρείας (BPS) που διεξήχθη στο Νότιγχαμ, υποστήριξαν ότι τα αποτελέσματα του πρώτου πειράματος έδειξαν πως μετά την ολοκλήρωση του βαρετού τεστ οι εθελοντές έφαγαν ως επί το πλείστον ανθυγιεινά τρόφιμα, όπως πατατάκια, γλυκά και πρόχειρα φαγητά.
Αντίστοιχα, στο δεύτερο πείραμα οι εθελοντές που έβλεπαν το βαρετό βίντεο κατανάλωσαν πολύ περισσότερα ανθυγιεινά σνακ.
«Όταν δεν νιώθουμε ενδιαφέρον από τη δουλειά, το σπίτι ή την κοινωνική μας ζωή, αποζητάμε τα πλούσια σε λίπη και ζάχαρη τρόφιμα σε μία προσπάθεια να αντισταθμίσουμε αυτή την έλλειψη. Αυτό ως φαίνεται οφείλεται στην ντοπαμίνη, την χημική ουσία του εγκεφάλου που παράγεται όταν νιώθουμε ενδιαφέρον για κάτι », δήλωσε η επικεφαλής ερευνήτρια δρ Σάντι Μαν, από το Πανεπιστήμιο του Κεντρικού Λάνκασιρ.
Η δρ Μαν τόνισε επίσης ότι τα νέα ευρήματα συνδέονται με παλαιότερες μελέτες εκείνα οι οποίες επίσης είχαν συσχετίσει την πλήξη με την κατανάλωση παχυντικών τροφίμων.
Και κατέληξε: «Οι άνθρωποι που σχεδιάζουν εκπαιδευτικές εκστρατείες για την προώθηση της υγιεινής διατροφής, θα πρέπει να λαμβάνουν υπ’ όψιν την πλήξη, συμπεριλαμβανομένης της πλήξης στους χώρους εργασίας και στα σχολεία. Οι άνθρωποι που βαριούνται δεν πρόκειται να φάνε ποτέ καρύδια».